Με αφορμή τη συμμετοχή πολλών παιδιών σε μουσικοχορευτικές δραστηριότητες παραδοσιακού περιεχομένου, αντιλαμβανόμαστε τη μεγάλη σημασία της εκμάθησης ελληνικών χορών στην ανάπτυξη και καλλιέργεια των παιδιών, τόσο στο σχολικό περιβάλλον όσο και εκτός αυτού (σύλλογοι, δήμοι κλπ.). Η συμμετοχή των παιδιών είναι καθαρά εθελοντική (με την όποια φυσικά γονική παρότρυνση), πράγμα που φανερώνει την ελκυστικότητα μιας τέτοιας δραστηριότητας και καταδεικνύει τη φυσική ροπή του παιδιού προς το χορό, τη μουσική και την παιγνιώδη γενικότερα ενασχόληση και δράση.
Συχνά γεννιέται το ερώτημα κατά πόσο οι ελληνικοί χοροί – καταγεγραμμένοι σε μια παραδοσιακή οργανωμένη κοινωνία που εξέφραζε αντίστοιχες ανάγκες- μπορούν σήμερα να βρουν πεδίο δράσης στη σύγχρονη ζωή και κοινωνία με τις τελείως διαφοροποιημένες συνθήκες και απαιτήσεις. Καθώς και κατά πόσο μπορούν σήμερα να προσεγγίσουν το παιδί του computer, του playstation, του hip hop και της Εurovision.
Η οργάνωση της σημερινής κοινωνίας με το συγκεκριμένο οικιστικό και πολεοδομικό πλαίσιο και την ανυπαρξία χώρων για παιχνίδι και συναναστροφή των παιδιών, παρουσιάζει έντονα το πρόβλημα της έλλειψης σωματικής δραστηριοποίησης των παιδιών και της συναναστροφής με άτομα της ηλικίας τους. Οι σύγχρονοι παιδότοποι και οι αντίστοιχοι χώροι αναψυχής (π.χ. παιδικές χαρές) λύνουν μονομερώς το πρόβλημα και συχνά αναπαράγουν την ελλιπή και παθητική σχέση του παιδιού με την κίνηση και το περιβάλλον. Ο ρόλος λοιπόν της εκμάθησης ελληνικών χορών στη σύγχρονη παιδαγωγική διαδικασία δεν έχει να κάνει πλέον μόνο με τη διάσωση της πολιτισμικής μας ταυτότητας και τη μύηση των παιδιών στην ελληνική παραδοσιακή διαδρομή, αλλά και με την ενίσχυση του ρόλου της εκπαίδευσης στη φάση της ανάπτυξης και στην κάλυψη κενών και ελλείψεων που ο σύγχρονος τρόπος ζωής επιβάλλει.
Στην κρίσιμη παιδική ηλικία είναι απαραίτητη η πολύπλευρη παροχή γνώσεων, πληροφοριών, ερεθισμάτων που να προσφέρουν μια αρμονική και ισορροπημένη ψυχοσωματική ανάπτυξη. Ο ελληνικός χορός μπορεί να καλύψει εν μέρει την έλλειψη κίνησης στο σημερινό πολυάσχολο παιδί (ενταγμένος αρμονικά στο σχολικό πρόγραμμα εκπαίδευσης ή εξωσχολικά σε τμήμα εκμάθησης χορών συλλόγων, δήμων, σωματείων, κλπ) παρέχοντας μια ήπιας μορφής σωματική δραστηριοποίηση με επίπεδο δυσκολίας που μπορεί να κλιμακωθεί ανάλογα με το επίπεδο και την ηλικία των παιδιών, επιλέγοντας χορούς αντίστοιχης δυσκολίας. Εδώ καθίσταται ιδιαίτερα σημαντική η επιλογή των κατάλληλων δασκάλων-παιδαγωγών χορού (γυμναστές ΤΕΦΑΑ) με εξειδικευμένες χορευτικές και παιδαγωγικές γνώσεις και εμπειρίες απαραίτητες για την ευαίσθητη ηλικιακή φάση των μικρών χορευτών.
Ο χορός αποτελεί ένα χρήσιμο εργαλείο κινητικής ανάπτυξης αλλά συγχρόνως γνωστικής και συναισθηματικής. Δραστηριοποιεί όλο το σώμα και συμβάλλει στην αποφυγή κινητικών διαταραχών. Το παιδί χρησιμοποιεί την κίνηση για να ανακαλύψει τον εαυτό του, τα άλλα παιδιά, τα αντικείμενα γύρω του, τον κόσμο γενικά που το περιβάλλει. Πληρούνται έτσι σε μεγάλο βαθμό οι κοινωνικές και συναισθηματικές του ανάγκες και το παιδί αντιμετωπίζεται ως μια αδιάσπαστη ψυχοσωματική οντότητα, «ως όλον». Οι ελληνικοί χοροί με την ποικιλία και εναλλαγή των ρυθμών, των μουσικών, των τραγουδιών, των χορευτικών βημάτων, των φιγούρων, συμβάλλουν στην πολύπλευρη νευρομυϊκή κινητοποίηση σε μια φάση της σωματικής ανάπτυξης που διαμορφώνεται το νευρομυϊκό και η ενασχόληση με διάφορες σωματικές δραστηριότητες είναι απαραίτητη.
Στο επίπεδο της συναισθηματικής και ψυχικής ανάπτυξης και καλλιέργειας το παιδί ανακαλύπτει τρόπους έκφρασης και επικοινωνίας που καλύπτουν βασικές ανάγκες ψυχοσωματικής δραστηριότητας όπως το τραγούδι, τα παραδοσιακά παιχνίδια, τα μουσικοχορευτικά δρώμενα π.χ. τ αποκριάτικα (γαϊτανάκι, σκωπτικά παιχνίδια, κ.α.), τα γαμήλια (αναπαράσταση εθίμων) τα πασχαλινά (λαζαρίνες), τα κάλαντα κ. α. Συμμετέχει και βιώνει εμπειρίες που ανοίγουν συνεχώς τους ορίζοντες του και καλλιεργούν την καλλιτεχνική του ευαισθησία και οδηγείται συνεχώς σε μια ποιοτική βελτίωση της ζωής του.
Επιπλέον, με την ευρεία θεματολογία των παραδοσιακών τραγουδιών (φύση, γεωργικές ασχολίες, ιστορικά θέματα, κ.α.), διευρύνονται και εμπλουτίζονται οι γνώσεις γύρω από πολλά θέματα, χωρίς να υπάρχει η αίσθηση μαθησιακής πίεσης.
Γενικότερα, με τον ελληνικό χορό ενισχύεται η αυτοπεποίθηση και καταπολεμάται ο εγωκεντρισμός, αναπτύσσεται η ομαδικότητα και προωθείται η κοινωνικοποίηση και η ομαλή ένταξη στην ομάδα. Το παιδί χαίρεται, γελά, τραγουδά, βρίσκεται με άλλα παιδιά που είναι ή σύντομα γίνονται φίλοι του. Ο χορός ως μια παιγνιώδης μορφή σωματοψυχικής δραστηριότητας, ως μια φυσική δράση και έκφραση, ως μια πρωτόγονη, ορμέμφυτη ανάγκη, οδηγεί σε αβίαστη χαρά, στην ευτυχία. Όλα αυτά επαληθεύονται σε κάθε περίπτωση που βλέπουμε μικρά παιδιά να χορεύουν ελληνικούς χορούς. Συμμετέχουν με τέτοιο ζήλο και τέτοια χαρά είτε σε γλέντια μαζί με μεγάλους, είτε σε δικές τους παρέες, δικούς τους κύκλους σε αντίστοιχες εκδηλώσεις. Βιώνουν με τέτοιο κέφι τη συμμετοχή τους που αποτελούν πάντα ένα τόσο όμορφο αλλά και συγκινητικό θέαμα παρουσιάζοντας τη δυναμική συνέχεια ενός μουσικοχορευτικού πολιτισμού αιώνων. Συγχρόνως καταδεικνύουν τη σπουδαιότητα των ελληνικών χορών στην ψυχοσωματική ανάπτυξη και εξέλιξη στην ευαίσθητη παιδική ηλικία, επιβεβαιώνοντας το γεγονός ότι πάντα θα αποτελούν μια εναλλακτική θέση στις σύγχρονες παιδαγωγικές ανάγκες και προοπτικές.
Νίκος Τριανταφύλλου
Καθηγητής Φυσικής Αγωγής
Δάσκαλος- Ερευνητής Ελληνικών χορών