Είχα ξαπλώσει κατά την προσφιλή μου συνήθεια μετά το μεσημεριανό φαγητό. Τα μάτια μου ήταν κλειστά και οι αισθήσεις μου είχαν παραδοθεί στο Μορφέα. Έτσι μεταξύ ύπνου και ξύπνιου, βρέθηκα στο μεγάλο γεφύρι στα Κατάπολα της Αμοργού. Εκεί ήταν το ραντεβού των ομάδων που θα λέγανε τα κάλαντα την Παραμονή των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς.
Η συμφωνία μεταξύ μας ήταν να ξεκινήσουμε με τη δύση του ηλίου από εκεί, όλοι μαζί χωρίς ζαβολιές. Τις περισσότερες φορές μοιράζαμε και τους συνοικισμούς ώστε κάθε ομάδα να πάει σε διαφορετικό – Κατάπολα – Ραχίδι – Ξυλοκερατίδι – ώστε να υπάρχει για όλους η πρωτιά. Στο τέλος της βραδιάς κάναμε τη μοιρασιά και την άλλη μέρα γινόταν η αναφορά των εισπράξεων επί λόγω τιμής.
Αν εσείς οι νέοι θέλετε να μάθετε, τι τα κάναμε τα χρήματα που μαζεύαμε είναι απλό, πολύ απλό, τα καταθέταμε στην οικογενειακή «τράπεζα» και στη διαχείριση της μαμάς!!!
Κάποιες ανάγκες θα καλύπτανε, κάποιες τρύπες θα κλείνανε. Ανήμερα την Πρωτοχρονιά, μετά τη Λειτουργία, άντε πάλι κάλαντα, αλλά αυτή τη φορά ήταν απαραίτητο το σημαιοστολισμένο καραβάκι.
Το πρωί μόλις ξυπνούσαμε ψάχναμε κάτω από το μαξιλάρι για να βρούμε τη καλιστρίνα. Δώρο του μπαμπά και της μαμάς σε χρήμα, που μπορούσαμε να το ξοδέψουμε κατά βούληση.
Τα φώτα το ξεχωριστό γλυκό της ημέρας ήταν πίττες ανεβατές – όχι φουσκόπιττες όπως τις λένε τώρα – με μπόλικο μέλι και καβουρντισμένο – αλεσμένο σουσάμι. Ε ρε γλέντια που θα έλεγε και ο Καραγκιόζης.
Και πέρασαν τα χρόνια και ήρθαν άλλοι καιροί. Να τα έλατα ή τα ψεύτικα Χριστουγεννιάτικα δέντρα, να τα πολύχρωμα κουτιά με τα δώρα, να οι κάλτσες στο τζάκι – α ρε κατακαημένο μαγκάλι – για να κατέβει ο Αϊ Βασίλης και να τις γεμίσει καλούδια.
Όταν εντάχθηκα στο εθελοντικό κίνημα της Αιμοδοσίας – πάνε 20 χρόνια από τότε – κάποιες στιγμές όπως και σήμερα, ξαπλωμένος στον καναπέ, νοιώθω ένα σφίξιμο στην καρδιά μου. Προσπαθούσα και προσπαθώ ν’ αναπνεύσω τον αέρα των εορτών, ν’ ακούσω το μικρό τυμπανιστή, ν’ αφουγκραστώ το «αχ έλατο μ’ αρέσεις πως μ’ αρέσεις».
Πολλές φορές το σφίξιμο αυτό συνοδεύεται από μια πίκρα:
- Άραγε θα υπάρχει αίμα να μεταγγισθούν αυτοί που το έχουν ανάγκη;
Βλέπετε τα ατυχήματα, οι αρρώστιες, οι μεταγγίσεις «δεν έχουν καθημερινές και σχόλες» για να δανειστώ το στίχο του μεγάλου μας Ρίτσου.
Στο πίσω μέρος του μυαλού με τ’ αυτιά της ψυχής μου ακούω κάποιο παιδί, απ’ αυτά που δεν μπορούν να ζήσουν χωρίς το δικό μας αίμα να μου λέει:
Δεν θέλω δώρο να μου φέρεις μια ηλιαχτίδα
μα θέλω να μη μου στερήσεις την ελπίδα
Θέλω για το δικό μου τον αγώνα
απ’ το δικό σου αίμα μια σταγόνα.
Τινάχτηκα πάνω, κάτι είχε να πει αυτό το μήνυμα.
Κοίταξα το φωτοστολισμένο δέντρο του σπιτιού μας και ξεδιάλυνε ο γρίφος. Είχα ξεχάσει αυτό που κάνω πολλά χρόνια τώρα, δεν είχα βάλει στην κορυφή αντί για αστέρι την κάρτα του Εθελοντή Αιμοδότη.
Αμέσως το φώς του εθελοντισμού κάλυψε τα μικρά φωτάκια που συνέχισαν να αναβοσβήνουν, μια μελωδία γέμισε το δωμάτιο «και επί γης Ειρήνη εν ανθρώποις ευδοκία».
Ελάτε λοιπόν όσοι διστάζετε ακόμη να γίνετε Εθελοντές Αιμοδότες.
Πηγαίνετε στο πιο κοντινό νοσοκομείο και κάνετε το χέρι σας γέφυρα ζωής και τη φλέβα σας πηγή ζωής, δώστε μια μονάδα (ασκό) αίμα, μόνο 400γρ. από τα 6000 περίπου που έχετε.
Ζητήστε από το γιατρό της αιμοδοσίας μια απόδειξη και καρφιτσώστε την πάνω στο Χριστουγεννιάτικα δέντρο του σπιτιού σας.
Νιώστε τη χαρά της προσφοράς, κάντε το άλφα της λέξης άνθρωπος ΚΕΦΑΛΑΙΟ!!!
Καλές γιορτές
Λευτέρης Πολυκρέτης